Βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Λαπίθα. Είναι κτισμένη σε υψόμετρο 341 μέτρων σε απόσταση 37 χλμ από τον Πύργο και 39 χλμ από τον αρχαίο ναό του Επικούριου Απόλλωνα.
Το όνομα του χωριού πιστεύεται ότι προέρχεται από τα πολλά πλατάνια της περιοχής ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή από τη λέξη «πλατύ» που σχετίζεται με τη θέα του οικισμού.
Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ “Αίπυ- Τυπανέαι”
Η αρχαία ακρόπολη της Πλατιάνας βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Νομού Ηλείας, στις ανατολικές απολήξεις του όρους Λαπίθα, στα σύνορα της αρχαίας Τριφυλίας με την Αρκαδία και νότια του σημερινού ομώνυμου χωριού σε υψόμετρο 617μ. Πρόκειται για οχυρωμένη πόλη κτισμένη σε δυσπρόσιτο και ψηλό λόφο του παραπάνω όρους, αμέσως νοτίως της ομώνυμης σημερινής κοινότητας. Η ακρόπολη της Πλατιάνας αποτελεί μία σημαντική αρχαιολογική θέση. Η θέση του οικισμού σε τόσο ψηλό και δυσπρόσιτο μέρος είναι σπάνια για ελληνική πόλη. Στην επιλογή της θα πρέπει να συνετέλεσε το γεγονός πως δέσποζε στην περιοχή της ορεινής Τριφυλίας και πως ήλεγχε το δρόμο από την Πισάτιδα προς τη Μεγαλόπολη και την υπόλοιπη Αρκαδία. Η περίοδος ακμής της πόλης ήταν η ύστερη κλασική και η ελληνιστική εποχή.
Η Πλατιάνα κατά τον συγγραφέα Πέτρο Κανελλόπουλο δεν αναφέρεται στις βενετικές απογραφές του 1689 και του 1704 γι’ αυτό πιστεύεται ότι οικίστηκε μετά το 1730 από κατοίκους των κοντινών χωριών Ψαθιά και Λαδικάκι που την ίδια εποχή φαίνεται να εγκαταλείφθηκαν. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Σταυρόπουλο αναφέρεται το 1700 στη βενετική απογραφή του Grimani με πληθυσμό 29 κατοίκων.
Επί τουρκοκρατίας η Πλατιάνα αναφέρεται ως χριστιανικό κεφαλοχώρι. Κατά τα τελευταία προεπαναστατικά χρόνια οι κάτοικοι της Πλατιάνας ασχολούνταν κυρίως με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Στην επανάσταση του 1821 συμμετείχαν δεκάδες κάτοικοι του χωριού με αρχηγό τον Αργύρη Αργυρόπουλο οι οποίοι έδρασαν κυρίως υπό τις διαταγές των Δημήτρη Πλαπούτα και Τζανέτου Χρηστόπουλου. Ένοπλοι από την Πλατιάνα πολέμησαν μεταξύ άλλων στην μάχη του Αγίου Αθανασίου στην μάχη του Λάλα, στην πολιορκία της Τρίπολης, στην πολιορκία της Πάτρας. Το 1829 η απογραφή που πραγματοποιήθηκε από το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα βρήκε στον οικισμό 182 κατοίκους ενώ το επόμενο έτος η απογραφή του ελληνικού κράτους αναφέρει 140 κατοίκους. Η Πλατιάνα απέκτησε σχολείο κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1890.
Στην Πλατιάνα έχουν πραγματοποιηθεί ανασκαφές οι οποίες έχουν φέρει στην επιφάνεια – μεταξύ άλλων -μικρά δημόσια κτήρια, καθώς και μια επιτύμβια γυναικεία προτομή, γνωστή ως Κυρία της Πλατιάνας.
Με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους η Πλατιάνα υπήχθη το 1834 στο δήμο Τυπανέων, το 1836 ορίστηκε πρωτεύουσα του δήμου Αιπείου και το 1840 υπήχθη στον δήμο Αλιφείρας. Το 1912 γίνεται έδρα της νεοσύστατης κοινότητας Πλατάνας (πρώτος πρόεδρος της κοινότητας αναδείχτηκε ο Αργύρης Κανελλόπουλος), το 1939 προσαρτάται στον νομό Ηλείας και το 1965 μετονομάζεται από Πλατάνα σε Πλατιάνα. Το 1999 γίνεται δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Σκιλλούντος έως το 2010 που προσαρτάται στον δήμο Ανδρίτσαινας – Κρεστένων.
Πηγές:
Κωνσταντίνου Ιω. Σταυροπούλου, Αρχαίον Αίπυ – Η Πλατιάνα της Ηλείας-Ολυμπίας, συμπλήρωμα β’ εκδόσεως, Πύργος 1995.